Τη μεταφορά των τεσσάρων κορασίδων στο αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος είχε αναλάβει ο Τάσος Γιάνγκουλας, κρυφά από την Σβετλάνα και το υπόλοιπο χωριό. Με την πρόφαση ότι έπρεπε να παραδόσει ένα μακαρίτη μέχρι τα Σπάτα στρίμωξε τα κορίτσια πίσω από τα φιμέ τζάμια της νεκροφόρας του.
Αυτό που θα κέρδιζε ο Τάσος Γιάνγκουλας από την όλη ιστορία, εκτός φυσικά από το απολαυστικό ρόουντ τριπ Πίκρα-Αθήνα, ήταν ότι τα κορίτσια κατά τη διάρκεια ολόκληρου του ταξιδιού θα φορούσαν διαφημιστικά μπλουζάκια που θα έγραφαν «ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΗΔΕΙΩΝ ΤΑΣΟΣ ΓΙΑΝΓΚΟΥΛΑΣ-Φέρετρο από Σπίτι» και «FUNERAL HOUSE TASOS -The house of premium coffins-Now worldwide services».
Όλες οι αποσκευές στοιβάχθηκαν από νωρίς έξω από τη ροζ βίλα, δεκαέξι τον αριθμό χωρίς τις χειραποσκευές και τα κοφίνια με τα απαραίτητα που θα έπαιρνε η καθεμιά τους στο αεροπλάνο.
Το σακίδιο της Μάνθας με δονητές σε όλα τα μεγέθη και ταχύτητες, ήταν αρκετά βαρύ άλλα όχι τόσο όσο η τσάντα της Κόρης γεμάτη με μπουκάλια τσίπουρο, κούτες Αντιπαλευόν και το τρομοάρλεκιν 646 σελίδων "Τέσσερις γάμοι και Εφτά Βαμπίρια". Η Μερέντα κρατούσε μόνο ένα μικρό τσαντάκι μέσης με τα άκρως απαραίτητα και ένα κοφίνι γεμάτο παστίτσιο και γαλατόπιτα. Η Τσάρλοτ ήταν και αυτή σχετικά ολιγαρκής με εξαίρεση κάποια αξεσουάρ πρώτης ανάγκης όπως ένα αλεξίπτωτο για το Φλούφλη και το πλήρες σετ μακιγιάζ της Μπουρτζόης.
Πριν το ρολόι της πλατείας να δείξει 12.00 οι ρόδες της πολυτελούς φρεσκοπλυμένης χρυσής νεκροφόρας φρέναραν μπροστά στις πορτοκαλί πλατφόρμες της Μάνθας. Ο Τάσος ως γνήσιος Αγαμιώτης κατέβηκε, φόρτωσε, σιχτίρισε, βοήθησε την Μάνθα, την Τσάρλοτ και την Κόρη να μπούνε στο πίσω μέρος της νεκροφόρας, ξανασιχτίρισε και στη συνέχεια άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού για να περάσει και η Μερέντα.
Αφού την έκλεισε, έκανε μια γύρα από τη νεκροφόρα και σιγουρεύτηκε ότι όλα ήταν εντάξει, έκατσε ήσυχος στη θέση του οδηγού. Μισό χιλιόμετρο έξω από το χωριό το βόλιουμ δυνάμωσε αισθητά και η μουσική του Bitter FM σκόρπισε στα κορφοβούνια κάνοντας ακόμα κ τα κουνάβια να καταραστούν τα κλαρίνα που άφηνε πίσω της η χρυσή νεκροφόρα….
Το ξημέρωμα βρήκε τους κατοίκους της Πίκρας έκπληκτους μπροστά στο φαρμακείο της Μάνθας.
Αυτό που θα κέρδιζε ο Τάσος Γιάνγκουλας από την όλη ιστορία, εκτός φυσικά από το απολαυστικό ρόουντ τριπ Πίκρα-Αθήνα, ήταν ότι τα κορίτσια κατά τη διάρκεια ολόκληρου του ταξιδιού θα φορούσαν διαφημιστικά μπλουζάκια που θα έγραφαν «ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΗΔΕΙΩΝ ΤΑΣΟΣ ΓΙΑΝΓΚΟΥΛΑΣ-Φέρετρο από Σπίτι» και «FUNERAL HOUSE TASOS -The house of premium coffins-Now worldwide services».
Όλες οι αποσκευές στοιβάχθηκαν από νωρίς έξω από τη ροζ βίλα, δεκαέξι τον αριθμό χωρίς τις χειραποσκευές και τα κοφίνια με τα απαραίτητα που θα έπαιρνε η καθεμιά τους στο αεροπλάνο.
Το σακίδιο της Μάνθας με δονητές σε όλα τα μεγέθη και ταχύτητες, ήταν αρκετά βαρύ άλλα όχι τόσο όσο η τσάντα της Κόρης γεμάτη με μπουκάλια τσίπουρο, κούτες Αντιπαλευόν και το τρομοάρλεκιν 646 σελίδων "Τέσσερις γάμοι και Εφτά Βαμπίρια". Η Μερέντα κρατούσε μόνο ένα μικρό τσαντάκι μέσης με τα άκρως απαραίτητα και ένα κοφίνι γεμάτο παστίτσιο και γαλατόπιτα. Η Τσάρλοτ ήταν και αυτή σχετικά ολιγαρκής με εξαίρεση κάποια αξεσουάρ πρώτης ανάγκης όπως ένα αλεξίπτωτο για το Φλούφλη και το πλήρες σετ μακιγιάζ της Μπουρτζόης.
Πριν το ρολόι της πλατείας να δείξει 12.00 οι ρόδες της πολυτελούς φρεσκοπλυμένης χρυσής νεκροφόρας φρέναραν μπροστά στις πορτοκαλί πλατφόρμες της Μάνθας. Ο Τάσος ως γνήσιος Αγαμιώτης κατέβηκε, φόρτωσε, σιχτίρισε, βοήθησε την Μάνθα, την Τσάρλοτ και την Κόρη να μπούνε στο πίσω μέρος της νεκροφόρας, ξανασιχτίρισε και στη συνέχεια άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού για να περάσει και η Μερέντα.
Αφού την έκλεισε, έκανε μια γύρα από τη νεκροφόρα και σιγουρεύτηκε ότι όλα ήταν εντάξει, έκατσε ήσυχος στη θέση του οδηγού. Μισό χιλιόμετρο έξω από το χωριό το βόλιουμ δυνάμωσε αισθητά και η μουσική του Bitter FM σκόρπισε στα κορφοβούνια κάνοντας ακόμα κ τα κουνάβια να καταραστούν τα κλαρίνα που άφηνε πίσω της η χρυσή νεκροφόρα….
Το ξημέρωμα βρήκε τους κατοίκους της Πίκρας έκπληκτους μπροστά στο φαρμακείο της Μάνθας.
-ΚΛΕΙΣΤΟ ΛΟΓΩ ΠΟΘΟΥ-